Η Επιτροπή Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως (ΕΣΜΑ) αποτελεί μια διεπιστημονική επιτροπή του Υπουργείου Πολιτισμού, που συστάθηκε το 1975. Βάσει του άρθρου 95 του ΠΔ 941/1977 και του ΠΔ 97/99, στις αρμοδιότητες της Επιτροπής περιλαμβάνεται ο προγραμματισμός, η κατεύθυνση και η εποπτεία των έργων που εκτελούνται στον βράχο της Ακρόπολης. Μέλη της ΕΣΜΑ είναι οκτώ ειδικοί επιστήμονες εγνωσμένου κύρους – αρχιτέκτονες, αρχαιολόγοι, πολιτικοί μηχανικοί και χημικοί μηχανικοί – οι οποίοι ορίζονται από τον Υπουργό Πολιτισμού. Επίσης, στην ΕΣΜΑ μετέχουν οι προϊστάμενοι της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαιοτήτων και της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών.
Η ΕΣΜΑ αποτελεί γνωμοδοτικό σώμα, του οποίου οι αποφάσεις προωθούνται προς έγκριση στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και τον Υπουργό Πολιτισμού. Τα μέλη συνέρχονται τουλάχιστον μία φορά το μήνα σε συνεδρίαση, στην οποία μετέχει ως εισηγητής, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο Διευθυντής της ΥΣΜΑ. Προκειμένου για την έγκριση μελετών και την εκτέλεση έργων στα μνημεία της Ακρόπολης ακολουθείται συγκεκριμένη διαδικασία, που περιλαμβάνει τις ακόλουθες ενέργειες:
- Προγραμματισμός του έργου, χωρισμός του σε προγράμματακαι ανάθεση της εργασίας στο προσωπικό της ΥΣΜΑ, κατόπιν εισήγησης του Διευθυντή της ΥΣΜΑ
- Σύνταξη της μελέτης από τον αρμόδιο μελετητή
- Έγκριση της μελέτης από την ΕΣΜΑ
- Παρουσίαση της μελέτης στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, στο οποίο εισηγείται ο Πρόεδρος της ΕΣΜΑ
- Απόφαση του Υπουργού για έγκριση της μελέτης βάσει της γνωμοδότησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου
- Εκτέλεση της μελέτης
Στις αρμοδιότητες της ΕΣΜΑ περιλαμβάνονται επίσης, η ιεράρχηση των αναγκών στο πλαίσιο του ευρύτερου αναστηλωτικού έργου, η έγκριση των δαπανών που προτείνονται από τους Τομείς δραστηριότητας της ΥΣΜΑ και η έγκριση πρόσληψης προσωπικού ανάλογα με τις ανάγκες του έργου. Σημαντικότερη επιδίωξη της Επιτροπής παραμένει η εκτέλεση των έργων βάσει των αρχών που απορρέουν από τους διεθνείς Χάρτες, ιδιαίτερα δε από τον Χάρτη της Βενετίας (1964). Τέλος, η εξασφάλιση της διαφάνειας σε κάθε στάδιο της επέμβασης, μέσω της δημοσιοποίησης και της διάθεσης των έργων στην κρίση της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, ελαχιστοποιεί το ενδεχόμενο αστοχίας και διασφαλίζει την υψηλή ποιότητα προγραμματισμού και εκτέλεσης των έργων Ακροπόλεως.