Eργασίες αποκατάστασης του τείχους ξεκίνησαν το 2017, σε εφαρμογή των μελετών που είχαν εγκριθεί από την ΕΣΜΑ και το ΚΑΣ την προηγούμενη χρονιά και εντοπίζονται στις περιοχές Β17 και Β12-Β13 του τείχους της Ακρόπολης.

Η πρώτη περιοχή επέμβασης είναι η περιοχή Β17 (27,500 – 35,000) του βορείου τείχους, στη θέση του ΒΔ κτηρίου. Αξιόλογο τμήμα του θεμιστόκλειου τείχους οριοθετείται ανατολικά από οθωμανική αντηρίδα και δυτικά από επισκευασμένο κατά τον 18ο αι. τμήμα. Το αρχαίο τείχος στην περιοχή αυτή έχει κατασκευασθεί από λαξευμένες λιθοπλίνθους πειραϊκού ακτίτη κατά τον ισόδομο τρόπο δομής. Στη θέση αυτή το τείχος σώζεται σε ύψος 10 στρώσεων εσωτερικά αλλά μόνον 6 στρώσεων εξωτερικά, καθώς το ανώτερο τμήμα έχει επισκευαστεί με αρχαίους λίθους, σε δεύτερη χρήση. Στο μέσον του ύψους της εξωτερικής παρειάς, η κατασκευή είναι πλήρως διαταραγμένη και έχει προκληθεί πτώση λίθων από τον 7ο και 8ο δόμο.

Σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη των Κ. Μαμαλούγκα και Δ. Μιχαλοπούλου διενεργούνται εργασίες αποκατάστασης που περιλαμβάνουν  συμπληρώσεις με νέο λίθο, σύμφωνα με την αρχαία δομή. Στο δυτικό τμήμα της προς αποκατάσταση περιοχής, που αποτελεί οψιμότατη οθωμανική επισκευή, προβλέπεται αντικατάσταση των υφιστάμενων κονιαμάτων και αρμολόγημα με κατάλληλα και συμβατά υλικά που έχουν προκύψει κατόπιν σχετικής διερεύνησης.

Εργασίες απαιτούνται επίσης στις περιοχές Β12 (34,000 – 42,000) και Β13 (0,000-4,000), που βρίσκονται βορείως του Ερεχθείου και επάνω από της σειρά αρράβδωτων σπονδύλων του Προπαρθενώνος, που έχουν ενσωματωθεί κατά την οικοδόμηση της θεμιστόκλειας οχύρωσης. Η περιοχή ενδιαφέροντος σώζεται σε πλήρες ύψος 15 στρώσεων, ενώ είχε συντηρηθεί και συμπληρωθεί κατά τις αποκαταστάσεις του Μπαλάνου, κατά τις οποίες είχε γίνει χρήση τσιμεντοκονιαμάτων και σιδηρών στοιχείων, που έχουν πλέον οξειδωθεί. Το τείχος στην περιοχή αυτή παρουσιάζει προβλήματα διάβρωσης, διεύρυνση των οριζόντιων αρμών και ρηγματώσεις.

Η μελέτη αποκατάστασης, που συντάχθηκε από τις Α. Χατζηπαππά και Δ. Μιχαλοπούλου, αποσκοπεί στη δομική αποκατάσταση του εν λόγω τμήματος του τείχους, στην εξασφάλιση της στατικής του επάρκειας και την αισθητική του αναβάθμιση, με αφαίρεση των νεώτερων προσθηκών καθώς και όλων των οξειδωμένων σιδηρών στοιχείων και τσιμεντοκονιαμάτων. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται η δομική αποκατάσταση των αρχαίων λιθοπλίνθων και η συστηματική εξωτερική συντήρησή τους, η συμπλήρωση 6 αρχαίων λιθοπλίνθων με νέο λίθο και η προσθήκη νέωνλιθοπλίνθων, σε αντικατάσταση εκείνων της επέμβασης Μπαλάνου, που αστόχησαν.

Ως προς τα υλικά που χρησιμοποιούνται στις επεμβάσεις στα τείχη, ήδη από το έργο που πραγματοποιήθηκε το 2015 στο νότιο τείχος σχεδιάστηκαν και εφαρμόστηκαν κονιάματα, η σύνθεση των οποίων βασίστηκε σε αναλύσεις που έγιναν σε ιστορικά κονιάματα της περιοχής. Για τις συμπληρώσεις χρησιμοποιήθηκε λίθος Πιτσών Κορινθίας. Περαιτέρω διερεύνηση των υλικών έγινε σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο και με το Τμήμα Λίθου της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων (ΔΑΑΜ).

Print