Οι συνεχείς επισκευές των τειχών συνέβαλαν στη διατήρησή τους έως σήμερα. Παρόλα αυτά δομικές βλάβες, όπως ρηγματώσεις, διάκενα και έντονες παραμορφώσεις είναι εμφανείς σε πολλές περιοχές της αρχαίας κατασκευής, όπως και στα νεώτερα επισκευασμένα τμήματα. Τα τελευταία 25 χρόνια παρακολουθήθηκε συστηματικά η κατάσταση των τειχών και επισημάνθηκαν πολλές φορές τα προβλήματα τους. Στο διάστημα αυτό διαμορφώθηκε η στρατηγική και ο προγραμματισμός μιας διεπιστημονικής αντιμετώπισης των προβλημάτων. Κύριο βάρος δόθηκε καταρχήν στην τεκμηρίωση της μορφής και της κατάστασης διατήρησης των τειχών, η οποία και θα αποδώσει το απαραίτητο υπόβαθρο πληροφοριών για την εκτίμηση και τον υπολογισμό κάθε μελλοντικής επέμβασης.

Αρχικά πραγματοποιήθηκαν οι ακόλουθες δράσεις για την προστασία του τείχους:

Αποψίλωση της αυτοφυούς βλάστησης και καθαρισμός επικαθίσεων από το σύστημα απορροής του Νοτίου Τείχους

Σκοπός της δράσης ήταν η προστασία του περιμετρικού Τείχους και του υποκείμενου ασβεστολιθικού πρανούς από την καταστροφική μηχανική δράση του ριζικού συστήματος της αυτοφυούς βλάστησης, η καθαίρεση επισφαλών βραχοτεμαχίων, και η ανάδειξη της τρέχουσας κατάστασης διατήρησης του μνημείου. Η δράση αυτή αποτέλεσε εξάλλου επιπλέον προϋπόθεση για την υλοποίηση της αυστηρής γεωμετρικής τεκμηρίωσης των Περιμετρικών Τειχών και του Βράχου.

Γεωμετρική τεκμηρίωση των τειχών

Για την ακριβή και πλήρη γεωμετρική τεκμηρίωση της υπάρχουσας κατάστασης του αρχαίου τείχους πραγματοποιήθηκε το 2009 η παραγωγή ορθοφωτογραφιών σε όλο το μήκος των τειχών και η τρισδιάστατη σάρωση (3D scanning) των τειχών.

Γεωφυσικές έρευνες

Το 2006 διεξήχθησαν γεωφυσικές έρευνες στην επιφάνεια των τειχών (ηλεκτρική τομογραφία, ραντάρ) για την διερεύνηση των μη ορατών επιφανειών του από το εργαστήριο Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του ΑΠΘ, σε συνεργασία με το ΙΜΣ-ΙΤΕ. Οριζόντιες τομογραφίες και κατακόρυφες εκτελέστηκαν   σε επιλεγμένες θέσεις στο νότιο τείχος. Με τη σύγκριση των μετρήσεων και τη βαθμονόμηση των υλικών είναι εφικτή η διάκριση πωρολίθων, επίχωσης, βράχου και περιοχής με υγρασία. Γεωφυσικές διασκοπήσεις για τον εντοπισμό του βάθους των επιχώσεων πραγματοποιήθηκαν και το 2014.  Σημαντική δραστηριότητα της ίδιας περιόδου, που εμπλούτισε τις γνώσεις μας σχετικά με την διαστρωμάτωση των γεωϋλικών  στην Ακρόπολη ήταν η γεωφυσική έρευνα με την μέθοδο της ηλεκτρομαγνητικής διασκόπησης V.L.F., που εντοπίσθηκε σε συνολικό μήκος 2.300 μ., κατά το διάστημα 2014-2015.

Οι πληροφορίες αυτές είναι σημαντικές, αφενός για την εξακρίβωση των περιοχών στις οποίες το τείχος και οι επιχώσεις εμφανίζουν υγρασία και αφετέρου για την εύρεση του πάχους του τείχους.

Γεωτεχνική έρευνα

Επίσης, για τη διερεύνηση των γεωτεχνικών χαρακτηριστικών των αντιστηριζόμενων τεχνητών επιχώσεων του βράχου της Ακρόπολης, καθώς και την συμπλήρωση των φυσικών και μηχανικών χαρακτηριστικών του γεωλογικού ασβεστολιθικού υποβάθρου διενεργήθηκε γεωτεχνική έρευνα, το 2015. Δύο φρέατα βάθους 4μ. διανοίχθηκαν από την Υπηρεσία, το πρώτο στον ανασκαφικό μάρτυρα νοτίως του Παρθενώνα, σε επαφή με το τείχος και το δεύτερο στο βόρειο τείχος πλησίον του πύργου Belvedere. Ωστόσο η φύση των τεχνητών επιχώσεων του ανδήρου της Ακρόπολης, αποτέλεσμα των μεγάλων ανασκαφών του τέλους του 19ου αι., δεν επέτρεψε τη λήψη αδιατάρακτων δειγμάτωνΕπιπλέον, εγκαταστάθηκαν αισθητήρες μέτρησης γεωτεχνικών παραμέτρων στο βόρειο φρέαρ, πλησίον του πύργου Belvedere, που διανοίχθηκε για την διερεύνηση των υλικών επίχωσης.

Ενόργανη παρακολούθηση τείχους και βράχου

Μηχανικά ρωγμόμετρα

Το 2004-2005 εγκαταστάθηκαν μηχανικά ακρυλικά ρωγμόμετρα για την παρακολούθηση των ρηγμάτων της νοτιοανατολικής γωνίας του Τείχους. Οι ενδείξεις τους είναι σημειακές αλλά χρήσιμες, καθώς με αξιοπιστία συλλέγονται πληροφορίες για το αν και κατά πόσο οι ρηγματώσεις είναι «ενεργές». Οι ενδείξεις μικρομετακινήσεων στη βάση του τείχους έως σήμερα δεν ξεπερνούν τα ~2,3 δέκατα του χιλιοστού και βρίσκονται στα όρια του σφάλματος της μέτρησης.

Aδιάσταλτο σύρμα INVAR μεταξύ του θεμελίου του Παρθενώνα και του νοτίου τείχους

Στα τέλη του 2005 τοποθετήθηκε υπογείως αδιάσταλτο σύρμα INVAR, για έλεγχο των μικρομετακινήσεων του νοτίου τείχους. Ως σημείο αναφοράς των μετρήσεων χρησιμοποιήθηκε το ακλόνητο θεμέλιο του Παρθενώνα. Έγινε υπόγεια σύνδεση λίθου της 6ης  εκ των άνω στρώσης του θεμελίου του Παρθενώνα με λίθο της ανώτερης αρχαίας στρώσης του νότιου τείχους. Το σύρμα INVAR εγκαταστάθηκε μέσα σε σωλήνα και είναι επισκέψιμο σε τρεις θέσεις από κατακόρυφα φρεάτια. Η στήριξη του στον Παρθενώνα είναι σταθερή, ενώ στο νότιο τείχος τανύζεται από αντίβαρο επί τροχαλιών. Τυχόν μετακίνηση του τείχους θα εμφανίσει αλλαγή της σχετικής απόστασης στο σύστημα καταγραφής.

Τοπογραφικός έλεγχος με την χρήση των ειδικών τοπογραφικών πρισμάτων

Το διάστημα 2006-2008 πραγματοποιήθηκε υψηλής ακρίβειας τοπογραφική παρακολούθηση στο νότιο και ανατολικό τείχος, με στόχο τον έλεγχο τυχόν μικρομετακινήσεων των τειχών σε περιοχές μεγαλύτερης σχετικά επικινδυνότητας. Η μελέτη ανατέθηκε σε εξωτερικούς συνεργάτες, μετά από δημόσιο διαγωνισμό, με την επίβλεψη από το τεχνικό γραφείο της ΥΣΜΑ. Οι μετρήσεις λαμβάνονταν μηνιαίως επάνω σε 52 ειδικά,  μόνιμα τοποθετημένα, τοπογραφικά πρίσματα στο τείχος. Με σκοπό να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή επαναληψιμότητα στις ανατοποθετήσεις του οργάνου χρησιμοποιήθηκαν δύο σταθερά βάθρα στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Σημειωτέον πως η τοπογραφική μέθοδος δίνει συνολική εικόνα μεγάλης περιοχής του τείχους, πολύ σημαντική για την κατανόηση της παθολογίας του και την  παρακολούθηση τυχόν εξέλιξης των βλαβών των τειχών. Η τοπογραφική παρακολούθηση σε βάθος χρόνου μπορεί να αναδείξει με μεγαλύτερη ασφάλεια τις σημερινές ενδείξεις για μικρομετακίνησεις, με περιοδικότητα μέσα στο χρόνο, όπως και η σύγκριση με τα αποτελέσματα των οπτικών ινών, τα οποία έχουν εγκατασταθεί στην ΝΑ γωνία του τείχους. Η τοπογραφική παρακολούθηση συνεχίζεται αναδιαμορφωμένη σύμφωνα με τις απαιτήσεις ένταξης της στα  δεδομένα του GIS των τειχών. Το 2016 και το 2017 επαναλήφθηκαν οι μετρήσεις χωρίς να προκύπτουν αξιοσημείωτες αποκλίσεις.

Αισθητήρες οπτικών ινών

Επιπλέον, στο πλαίσιο της ενόργανης παρακολούθησης του Τείχους, τοποθετήθηκαν πιλοτικά αισθητήρες οπτικών ινών, για τη μέτρηση των αναπτυσσόμενων παραμορφώσεων λόγω μηχανικών ή θερμικών αιτιών, σε χαρακτηριστικές περιοχές του τείχους. Οι αισθητήρες αναπτύχθηκαν κυρίως στη ΝΑ γωνία του καθώς και σε περιοχή του βορείου τείχους περί την επίχωση του Αρρηφορίου, όπου το τείχος παρουσιάζει έντονες παραμορφώσεις.

Οι καταγραφές έως το 2009 αφορούσαν σε θερμοκρασιακές μεταβολές. Το 2015 τοποθετήθηκαν τέσσερις οπτικές ίνες, δύο εσωτερικά και δύο εξωτερικά, στο θεμέλιο του δυτικού τοίχου της πινακοθήκης των Προπυλαίων.

Δίκτυο επιταχυνσιογράφων

Εκσυγχρονισμός και επέκταση του δικτύου συνολικά δέκα επιταχυνσιογράφων, που είναι ενταγμένοι στο εθνικό δίκτυο που έχει εγκαταστήσει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. Οι καταγραφές σεισμικών συμβάντων είναι συνεχείς, ενώ δημιουργήθηκε βάση δεδομένων η οποία εξυπηρετεί την αρχειοθέτηση, τον συσχετισμό των παραμέτρων και την εξαγωγή φιλτραρισμένων πληροφοριών που αποτυπώνουν τις ιδιαιτερότητες των σεισμικών δονήσεων και τον τρόπο απόκρισης του βράχου και των μνημείων σε αυτούς.

Αυτοψία

Πέραν της χρήσης προηγμένων τεχνολογικά μεθόδων, η αυτοψία παραμένει πάντα μια ασφαλής μέθοδος, με την οποία είναι δυνατή η άμεση εκτίμηση των πλέον επιβαρυμένων περιοχών. Η πρόσβαση σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται με ένα αναρτώμενο σύστημα πλατφόρμας εργασίας δύο ατόμων. Με αυτό το μέσον γίνονται οι αποτυπώσεις της διατομής και των παραμορφώσεων των τειχών με τις παραδοσιακές μεθόδους. Οι εργασίες αυτές συνδυάζονται με την κοπή της αυτοφυούς βλάστησης, τον καθαρισμό των επικαθίσεων από το σύστημα απορροής και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τις βελτιώσεις στις απορροές.

Επέμβαση στο νότιο τείχος-Περιοχή 6ης-7ης αντηρίδας

Μια πρώτη μικρής έκτασης επέμβαση πραγματοποιήθηκε το 2009  για την αποκατάσταση δομικού προβλήματος λόγω απώλειας στήριξης λίθων της στέψης του Τείχους, στην περιοχή της Αθηνάς Νίκης.  Οι εργασίες περιελάμβαναν τη λήψη μέτρων ασφαλείας για τη συγκράτηση των λίθων, καθαίρεση των επισφαλών λίθων, καθαρισμό των αρμών, ανατοποθέτηση και δομική αποκατάσταση με τσιμεντένεμα και αγκύρωση.

Ωστόσο, στις αρχές του 2014, με αφορμή την εκδήλωση προβλήματος αστάθειας στο νότιο τείχος της Ακρόπολης, μετά από έντονη βροχόπτωση τον Φεβρουάριο του 2012, διαπιστώθηκε η ανάγκη έναρξης γενικευμένης επέμβασης στο τείχος.  Κατά τον σχεδιασμό του έργου στερέωσης των βραχωδών μαζών και των τειχών της Ακρόπολης εντοπίστηκαν 12 περιοχές των τειχών που απαιτούν αντιμετώπιση, σε μεγαλύτερη ή μικρότερη κλίμακα.

Το έργο ξεκίνησε από την περιοχή μεταξύ της 6ης και 7ης αντηρίδας του νοτίου τείχους –πρόγραμμα που θεωρήθηκε «πιλότος» και για τις υπόλοιπες επεμβάσεις στο τείχος. Το έργο, που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο 2015, περιλάμβανε εργασίες αρχαιολογικού καθαρισμού, κατά τις οποίες αποκαλύφθηκε η κατάσταση διατήρησης στο άνω τμήμα του τείχους και σε πλήρες πλάτος 6,85μ., διάστρωση ασφαλτικού υλικού και διαμόρφωση ρύσεων για την απορροή των ομβρίων στο παρακείμενο φρεάτιο, αντικατάσταση σαθρού δομικού υλικού, συμπληρώσεις κενών με λίθο Πιτσών Κορινθίας και εξυγίανση κονιαμάτων δόμησης. Κατά την διάρκεια του έργου διερευνήθηκε η δομή του τείχους και η κατάσταση διατήρησής του με ενδοσκόπιο, θερμοκάμερα κ.ά. Καταγράφηκαν περί τα 20 σπόλια, αρχαίου διάσπαρτου υλικού σημαντικότερο εκ των οποίων ήταν τμήμα ρωμαϊκής επιγραφής, το οποίο αποτοιχίστηκε.

Η έναρξη των έργων στα τείχη και στον βράχο διευρύνει τον κύκλο των δραστηριοτήτων της ΕΣΜΑ και της ΥΣΜΑ. Παρά το γεγονός ότι τα κλασικά μνημεία, τα τείχη και ο βράχος της Ακρόπολης συνιστούν ένα ενιαίο μνημειακό σύνολο, ουσιαστικές διαφορές στη δομή τους επιβάλλουν διαφορετική μεθοδολογική προσέγγιση και αντιμετώπιση. Το έργο αποκατάστασης των τειχών, μεγάλα τμήματα των οποίων συνιστούν μεταγενέστερες κατασκευές λόγω των επάλληλων επισκευών, απαιτεί έρευνα και χρήση άλλων δομικών υλικών εκτός του μαρμάρου και συμβατών με αυτά κονιαμάτων δόμησης.

Print