Μηχανικά ρωγμόμετρα
Το 2004-2005 εγκαταστάθηκαν μηχανικά ακρυλικά ρωγμόμετρα για την παρακολούθηση των ρηγμάτων της νοτιοανατολικής γωνίας του Τείχους. Οι ενδείξεις τους είναι σημειακές αλλά χρήσιμες, καθώς με αξιοπιστία συλλέγονται πληροφορίες για το αν και κατά πόσο οι ρηγματώσεις είναι «ενεργές». Οι ενδείξεις μικρομετακινήσεων στη βάση του τείχους έως σήμερα δεν ξεπερνούν τα ~2,3 δέκατα του χιλιοστού και βρίσκονται στα όρια του σφάλματος της μέτρησης.
Aδιάσταλτο σύρμα INVAR μεταξύ του θεμελίου του Παρθενώνα και του νοτίου τείχους
Στα τέλη του 2005 τοποθετήθηκε υπογείως αδιάσταλτο σύρμα INVAR, για έλεγχο των μικρομετακινήσεων του νοτίου τείχους. Ως σημείο αναφοράς των μετρήσεων χρησιμοποιήθηκε το ακλόνητο θεμέλιο του Παρθενώνα. Έγινε υπόγεια σύνδεση λίθου της 6ης εκ των άνω στρώσης του θεμελίου του Παρθενώνα με λίθο της ανώτερης αρχαίας στρώσης του νότιου τείχους. Το σύρμα INVAR εγκαταστάθηκε μέσα σε σωλήνα και είναι επισκέψιμο σε τρεις θέσεις από κατακόρυφα φρεάτια. Η στήριξη του στον Παρθενώνα είναι σταθερή, ενώ στο νότιο τείχος τανύζεται από αντίβαρο επί τροχαλιών. Τυχόν μετακίνηση του τείχους θα εμφανίσει αλλαγή της σχετικής απόστασης στο σύστημα καταγραφής.
Τοπογραφικός έλεγχος με την χρήση των ειδικών τοπογραφικών πρισμάτων
Το διάστημα 2006-2008 πραγματοποιήθηκε υψηλής ακρίβειας τοπογραφική παρακολούθηση στο νότιο και ανατολικό τείχος, με στόχο τον έλεγχο τυχόν μικρομετακινήσεων των τειχών σε περιοχές μεγαλύτερης σχετικά επικινδυνότητας. Η μελέτη ανατέθηκε σε εξωτερικούς συνεργάτες, μετά από δημόσιο διαγωνισμό, με την επίβλεψη από το τεχνικό γραφείο της ΥΣΜΑ. Οι μετρήσεις λαμβάνονταν μηνιαίως επάνω σε 52 ειδικά, μόνιμα τοποθετημένα, τοπογραφικά πρίσματα στο τείχος. Με σκοπό να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή επαναληψιμότητα στις ανατοποθετήσεις του οργάνου χρησιμοποιήθηκαν δύο σταθερά βάθρα στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης. Σημειωτέον πως η τοπογραφική μέθοδος δίνει συνολική εικόνα μεγάλης περιοχής του τείχους, πολύ σημαντική για την κατανόηση της παθολογίας του και την παρακολούθηση τυχόν εξέλιξης των βλαβών των τειχών. Η τοπογραφική παρακολούθηση σε βάθος χρόνου μπορεί να αναδείξει με μεγαλύτερη ασφάλεια τις σημερινές ενδείξεις για μικρομετακίνησεις, με περιοδικότητα μέσα στο χρόνο, όπως και η σύγκριση με τα αποτελέσματα των οπτικών ινών, τα οποία έχουν εγκατασταθεί στην ΝΑ γωνία του τείχους. Η τοπογραφική παρακολούθηση συνεχίζεται αναδιαμορφωμένη σύμφωνα με τις απαιτήσεις ένταξης της στα δεδομένα του GIS των τειχών. Το 2016 και το 2017 επαναλήφθηκαν οι μετρήσεις χωρίς να προκύπτουν αξιοσημείωτες αποκλίσεις.
Αισθητήρες οπτικών ινών
Επιπλέον, στο πλαίσιο της ενόργανης παρακολούθησης του Τείχους, τοποθετήθηκαν πιλοτικά αισθητήρες οπτικών ινών, για τη μέτρηση των αναπτυσσόμενων παραμορφώσεων λόγω μηχανικών ή θερμικών αιτιών, σε χαρακτηριστικές περιοχές του τείχους. Οι αισθητήρες αναπτύχθηκαν κυρίως στη ΝΑ γωνία του καθώς και σε περιοχή του βορείου τείχους περί την επίχωση του Αρρηφορίου, όπου το τείχος παρουσιάζει έντονες παραμορφώσεις.
Οι καταγραφές έως το 2009 αφορούσαν σε θερμοκρασιακές μεταβολές. Το 2015 τοποθετήθηκαν τέσσερις οπτικές ίνες, δύο εσωτερικά και δύο εξωτερικά, στο θεμέλιο του δυτικού τοίχου της πινακοθήκης των Προπυλαίων.
Δίκτυο επιταχυνσιογράφων
Εκσυγχρονισμός και επέκταση του δικτύου συνολικά δέκα επιταχυνσιογράφων, που είναι ενταγμένοι στο εθνικό δίκτυο που έχει εγκαταστήσει το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. Οι καταγραφές σεισμικών συμβάντων είναι συνεχείς, ενώ δημιουργήθηκε βάση δεδομένων η οποία εξυπηρετεί την αρχειοθέτηση, τον συσχετισμό των παραμέτρων και την εξαγωγή φιλτραρισμένων πληροφοριών που αποτυπώνουν τις ιδιαιτερότητες των σεισμικών δονήσεων και τον τρόπο απόκρισης του βράχου και των μνημείων σε αυτούς.
Αυτοψία
Πέραν της χρήσης προηγμένων τεχνολογικά μεθόδων, η αυτοψία παραμένει πάντα μια ασφαλής μέθοδος, με την οποία είναι δυνατή η άμεση εκτίμηση των πλέον επιβαρυμένων περιοχών. Η πρόσβαση σε αυτές τις περιπτώσεις γίνεται με ένα αναρτώμενο σύστημα πλατφόρμας εργασίας δύο ατόμων. Με αυτό το μέσον γίνονται οι αποτυπώσεις της διατομής και των παραμορφώσεων των τειχών με τις παραδοσιακές μεθόδους. Οι εργασίες αυτές συνδυάζονται με την κοπή της αυτοφυούς βλάστησης, τον καθαρισμό των επικαθίσεων από το σύστημα απορροής και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τις βελτιώσεις στις απορροές.
Επέμβαση στο νότιο τείχος-Περιοχή 6ης-7ης αντηρίδας
Μια πρώτη μικρής έκτασης επέμβαση πραγματοποιήθηκε το 2009 για την αποκατάσταση δομικού προβλήματος λόγω απώλειας στήριξης λίθων της στέψης του Τείχους, στην περιοχή της Αθηνάς Νίκης. Οι εργασίες περιελάμβαναν τη λήψη μέτρων ασφαλείας για τη συγκράτηση των λίθων, καθαίρεση των επισφαλών λίθων, καθαρισμό των αρμών, ανατοποθέτηση και δομική αποκατάσταση με τσιμεντένεμα και αγκύρωση.
Ωστόσο, στις αρχές του 2014, με αφορμή την εκδήλωση προβλήματος αστάθειας στο νότιο τείχος της Ακρόπολης, μετά από έντονη βροχόπτωση τον Φεβρουάριο του 2012, διαπιστώθηκε η ανάγκη έναρξης γενικευμένης επέμβασης στο τείχος. Κατά τον σχεδιασμό του έργου στερέωσης των βραχωδών μαζών και των τειχών της Ακρόπολης εντοπίστηκαν 12 περιοχές των τειχών που απαιτούν αντιμετώπιση, σε μεγαλύτερη ή μικρότερη κλίμακα.
Το έργο ξεκίνησε από την περιοχή μεταξύ της 6ης και 7ης αντηρίδας του νοτίου τείχους –πρόγραμμα που θεωρήθηκε «πιλότος» και για τις υπόλοιπες επεμβάσεις στο τείχος. Το έργο, που ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο 2015, περιλάμβανε εργασίες αρχαιολογικού καθαρισμού, κατά τις οποίες αποκαλύφθηκε η κατάσταση διατήρησης στο άνω τμήμα του τείχους και σε πλήρες πλάτος 6,85μ., διάστρωση ασφαλτικού υλικού και διαμόρφωση ρύσεων για την απορροή των ομβρίων στο παρακείμενο φρεάτιο, αντικατάσταση σαθρού δομικού υλικού, συμπληρώσεις κενών με λίθο Πιτσών Κορινθίας και εξυγίανση κονιαμάτων δόμησης. Κατά την διάρκεια του έργου διερευνήθηκε η δομή του τείχους και η κατάσταση διατήρησής του με ενδοσκόπιο, θερμοκάμερα κ.ά. Καταγράφηκαν περί τα 20 σπόλια, αρχαίου διάσπαρτου υλικού σημαντικότερο εκ των οποίων ήταν τμήμα ρωμαϊκής επιγραφής, το οποίο αποτοιχίστηκε.
Η έναρξη των έργων στα τείχη και στον βράχο διευρύνει τον κύκλο των δραστηριοτήτων της ΕΣΜΑ και της ΥΣΜΑ. Παρά το γεγονός ότι τα κλασικά μνημεία, τα τείχη και ο βράχος της Ακρόπολης συνιστούν ένα ενιαίο μνημειακό σύνολο, ουσιαστικές διαφορές στη δομή τους επιβάλλουν διαφορετική μεθοδολογική προσέγγιση και αντιμετώπιση. Το έργο αποκατάστασης των τειχών, μεγάλα τμήματα των οποίων συνιστούν μεταγενέστερες κατασκευές λόγω των επάλληλων επισκευών, απαιτεί έρευνα και χρήση άλλων δομικών υλικών εκτός του μαρμάρου και συμβατών με αυτά κονιαμάτων δόμησης.
Επέμβαση στο βόρειο τείχος – Περιοχή Β17
Οι εργασίες αποκατάστασης του βόρειου τείχους ξεκίνησαν από την περιοχή Β17 (27,500 – 35,000). Αξιόλογο τμήμα του θεμιστόκλειου τείχους οριοθετείται ανατολικά από οθωμανική αντηρίδα και δυτικά από επισκευασμένο κατά τον 18ο αι. τμήμα. Το αρχαίο τείχος στην περιοχή αυτή είχε κατασκευασθεί από λαξευμένες λιθοπλίνθους πειραϊκού ακτίτη, κατά τον ισόδομο τρόπο δομής. Στη θέση αυτή το τείχος σωζόταν σε ύψος 10 στρώσεων εσωτερικά, αλλά μόνον 6 στρώσεων εξωτερικά, καθώς το ανώτερο τμήμα είχε επισκευαστεί με αρχαίους λίθους, σε δεύτερη χρήση. Στο μέσον του ύψους της εξωτερικής παρειάς, η κατασκευή ήταν πλήρως διαταραγμένη και είχε προκληθεί πτώση λίθων από τον 7ο και τον 8ο δόμο.
Η επέμβαση βασίστηκε στην εγκεκριμένη μελέτη των Κ. Μαμαλούγκα και Δ. Μιχαλοπούλου και είχε πιλοτικό χαρακτήρα για τις σχεδιαζόμενες επεμβάσεις στο τείχος. Μετά την έγκριση της μελέτης απαιτήθηκε τροποποίηση του ικριώματος, ώστε να επιτρέπεται η απομάκρυνση λίθων του τείχους δίχως την αποσυναρμολόγηση των υπερκείμενων στρώσεων. Επιπλέον σχεδιάστηκε, κατασκευάστηκε και τοποθετήθηκε σύστημα αντιστήριξης της περιοχής, που δεν επρόκειτο να αποσυναρμολογηθεί, κατά τη διάρκεια των εργασιών στους υποκείμενους δόμους.
Στο διάστημα 2018-2021 υλοποιήθηκε το έργο που αποκατέστησε την κλασική φάση στην εξωτερική πλευρά του τείχους, έως και τον 8ο δόμο. Για τον σκοπό αυτό δύο αρχαίες λιθόπλινθοι του 7ου και μία του 8ου δόμου, που σώζονταν σε πολύ κακή κατάσταση διατήρησης, αντικαταστάθηκαν με νέες. Επίσης, κατασκευάστηκαν και τοποθετήθηκαν μία λιθόπλινθος εξ ολοκλήρου από νέο λίθο στον 7ο δόμο και τρεις στον 8ο δόμο, σε αντικατάσταση λιθοδομής που προέκυψε από όψιμη (οθωμανική;) επισκευή. Ως δομικό υλικό για την παραπάνω επέμβαση χρησιμοποιήθηκε πωρόλιθος από την περιοχή Πιτσών Κορινθίας. Στο δυτικό τμήμα της περιοχής αντικαταστάθηκαν τα υφιστάμενα κονιάματα και οι λίθοι αρμολογήθηκαν με κατάλληλα και συμβατά υλικά, που έχουν προκύψει κατόπιν σχετικής διερεύνησης.
Σύνταξη στρατηγικού σχεδίου (Master plan)
Το 2020 κατατέθηκε από ομάδα μελετητών (Κ. Κουτσαδέλης, Ε. Κακογιάννου, Χ. Πινάτση, Δ. Μιχαλοπούλου, Ε. Αγγελακοπούλου, Α. Χατζηπαπά, Ε. Ξυνοπούλου και Α. Τσιμερέκη) το «Στρατηγικό σχέδιο επεμβάσεων στα τείχη της Ακρόπολης των Αθηνών». Η μελέτη αποτελεί την πρώτη συνολική και εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της υφιστάμενης κατάστασης του τείχους που λαμβάνει υπόψιν στοιχεία της αρχαιολογικής, ιστορικής και αρχιτεκτονικής έρευνας. Αφορά στο σύνολο των τειχών της Ακρόπολης και επικεντρώνεται στην ανάλυση των διαδοχικών επισκευαστικών φάσεων του τείχους, στην αξιολόγηση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν (προβλήματα δομικά, οικοδομικά, αλλά και ανάδειξης της αρχαιολογικής και αρχιτεκτονικής τους σημασίας). Επίσης, αναλύει το θέμα των δομικών υλικών του τείχους, της παθολογίας τους και της έρευνας για τον εντοπισμό των κατάλληλων υλικών συντήρησής τους. Η μελέτη προσδιορίζει το θεωρητικό και τεχνικό πλαίσιο των αναγκαίων επεμβάσεων στα τείχη.
Επέμβαση στο βόρειο τείχος – Περιοχή Β14
Με ανάθεση το 2020 πραγματοποιήθηκαν εργασίες στερέωσης στο βόρειο τείχος, στην περιοχή Β14, κοντά στο αναβατόριο-ανελκυστήρα, όπου είχε σημειωθεί πτώση μικρών λίθων, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό της περιοχής για τους επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου. Οι εργασίες συντήρησης της επιφάνειας στην ίδια περιοχή πραγματοποιήθηκαν από συνεργείο της ΥΣΜΑ.
Επέμβαση στην νοτιοανατολική γωνία
Με ανάθεση το 2018 πραγματοποιήθηκαν εργασίες στερέωσης στη νοτιοανατολική γωνία του τείχους και συγκριμένα στην εξωτερική πλευρά του ανατολικού τμήματος, όπου είχε σημειωθεί πτώση μικρών λίθων.
Στερέωση αναλημματικών τοίχων
Το 2020 ξεκίνησε η αποκατάσταση των αναλημματικών τοίχων στην περιοχή της μυκηναϊκής κλίμακας, ανατολικά του Ερεχθείου. Η επέμβαση αποφασίστηκε λόγω σοβαρών προβλημάτων φθοράς που παρατηρήθηκαν. Η πρόταση «Στερέωση και ανάδειξη των αναλημμάτων της μυκηναϊκής κλίμακας», των Δ. Μιχαλοπούλου, Χ. Πινάτση και Κ. Κουτσαδέλη, προέβλεπε τη διάλυση των ανωτέρων τμημάτων των τοίχων, την ανακατασκευή της άνω απόληξης του δυτικού αναλημματικού τοίχου και εργασίες εξυγίανσης στην άνω στάθμη του ανατολικού αναλημματικού τοίχου, καθώς και τοπικές αναδομήσεις με αργούς λίθους και συμβατό κονίαμα. Η επέμβαση ολοκληρώθηκε το 2021.